Η αστρολογία της αναζήτησης - Ο ζωδιακός - Μέρος Ι
Σελίδα 1 από 1
Η αστρολογία της αναζήτησης - Ο ζωδιακός - Μέρος Ι
ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1ο: Ο ΖΩΔΙΑΚΟΣ ΚΥΚΛΟΣ
Τι είναι ο ζωδιακός κύκλος; Φαντάζει απλοϊκό σαν ερώτημα, αποτελεί όμως ένα πολύ σημαντικό ζήτημα για τους Αστρολόγους και είναι ένα από τα πιο κομβικά σημεία αντιπαράθεσης της Αστρολογίας με τη σύγχρονη επιστήμη. Κατανοώντας τη φύση του ζωδιακού κύκλου, έχει κανείς τη δυνατότητα να κατανοήσει και τη φύση της ίδιας της Αστρολογίας και γιʼ αυτό τελικά καταλήγει να είναι και τόσο σημαντικό το ερώτημα.
Απόψεις για τη φύση του ζωδιακού κύκλου έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί αρκετές. Οι περισσότεροι από μας ίσως δε γνωρίζουν ότι ο ζωδιακός δεν είχε πάντα δώδεκα ζώδια. Ξεκίνησε σαν ένα σύνολο αστερισμών που παρακολουθούσαν οι Χαλδαίοι ιερείς στην αρχαία Μεσοποταμία. Βιβλιογραφικές αναφορές αναφέρουν ότι οι αστερισμοί που παρακολουθούσαν τότε οι ιερείς ανέρχονταν σε τριάντα έξι κι ότι χρειάστηκε να περάσουν εκατοντάδες χρόνια για να περιοριστούν τελικά στους δώδεκα.
Ωστόσο η συγγένεια του τότε ζωδιακού με το σημερινό παραμένει ορατή στα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής. Ευρήματα που δείχνουν παραστάσεις του Σκορπιού, του Τοξότη και του Καρκίνου και που τα σύμβολα τους παραμένουν ίδια και απαράλλαχτα από τότε.
Πολύ αργότερα οι αρχαίοι Αιγύπτιοι προσέθεσαν τα ονόματα του Κριού, του Υδροχόου και των Ιχθύων, ενώ η τελική μορφή του ζωδιακού έμελλε ακόμα να καθυστερήσει. Κι αυτό γιατί ο ζωδιακός δεν είχε τη σημερινή συνεκτική μορφή που του δίνει ο συμβολισμός του αριθμού δώδεκα.
Ήταν ένα συνοθύλευμα αστερισμών που χρησιμοποιούνταν απλά ως σημάδια στον ουρανό, για να παρακολουθείται κατά βάση η κίνηση των πλανητών. Οι πλανήτες ήταν αυτοί που θεωρούνταν ότι έφερναν τα γεγονότα και οι αστερισμοί ήταν απλά τα σημάδια στον ουρανό που μπορούσε κανείς να βάλει για να παρακολουθήσει την κίνηση των πλανητών.
Πώς προέκυψε όμως η ανάγκη να παρακολουθείται η κίνηση αυτή των πλανητών; Και πώς προέκυψε έμμεσα η ζώνη του ζωδιακού; Από τη μελέτη της ιστορικής βιβλιογραφίας αντλεί κανείς το συμπέρασμα ότι ήταν η ανάγκη της πρόβλεψης που έκανε τους ανθρώπους να στραφούν στο να παρατηρήσουν τα άστρα.
Ήταν η αναγκαιότητα του να μετρήσουν τις εποχές και να προετοιμαστούν για την έλευση καιρικών φαινονμένων - όπως οι ανοιξιάτικες πλημμύρες των ποταμών – που έκανε τους ανθρώπους να στραφούν στα άστρα και να παρατηρήσουν τη θέση τους στον ουρανό προκειμένου να βρουν κάποιας μορφής κοσμικό ρολόι, που να τους βοηθήσει στο έργο τους.
Αυτή ήταν κι η πρώτη χρησιμότητα του ζωδιακού κύκλου την εποχή της πρώτης εμφάνισης της αστρολογίας, η χρήση του ως ένα παγκόσμιο κοσμικό ρολόι. Και γιατί διάλεξαν αυτό το ζωδιακό κύκλο οι παρατηρητές της εποχής για να καταγράψουν τις εποχές του χρόνου;
Το διάλεξαν γιατί μετά από παρατηρήσεις ετών, συνειδητοποίησαν ότι ο έναστρος ουρανός δεν έμενε ίδιος στην διάρκεια του έτους αλλά ότι κάποιοι αστέρες εμφανίζονταν και εξαφανίζονταν κατά τη διάρκεια της έλευσης των εποχών. Αυτοί οι αστέρες λοιπόν που εμφανίζονταν και εξαφανίζονταν από τον ουρανό ανάλογα με την εποχή του χρόνου, θα ήταν κι αυτοί που θα δημιουργούσαν το ζωδιακό κύκλο.
Κι ενώ στην αρχή φαινόταν δύσκολο να επιλέξει κανείς κάποια από τα αστέρια αυτά για να θυμάται την κίνηση τους κατά τη διάρκεια του έτους, φαινόταν αρκετά πιο εύκολο να τα απομνημονεύσει, αν τα ομαδοποιούσε σε ομάδες που θα είχαν κάποιο συγκεκριμένο σχήμα που θα το αναγνώριζε εύκολα το ανθρώπινο μάτι. Έτσι με την πάροδο του χρόνου άρχισαν να βαφτίζονται οι ομάδες των αστερισμών και να χρησιμοποιούνται ως σημάδια στον ουρανό για την κίνηση των πλανητών.
Στην αρχή οι αστερισμοί που χρησιμοποιούνταν στον ουρανό ήταν υπερ-αρκετοί. Αναφορές από ιστορικές πηγές μιλούν για τριανταέξι τουλάχιστον αστερισμούς που ήταν χρήση από τους αρχαίους ιερείς της Βαβυλώντας. Προοδευτικά όμως και μέχρι την εποχή του Χαμμουραμπί φαίνεται ότι οι αστερισμοί αυτοί έγιναν λιγότεροι - προκειμένου ίσως να απλοποιηθεί το σύστημα – κι έτσι φτάσαμε λίγο πριν την εποχή των αρχαίων Ελλήνων να χρησιμοποιούνται τα δώδεκα ζώδια.
Οι Έλληνες κι ο Ζωδιακός Κύκλος
Τα ζώδια αυτά γνώρισαν κι οι αρχαίοι Έλληνες με τη σειρά τους κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής εποχής. Όχι ότι δε χρησιμοποιούσαν όμως ενωρίτερα το δικό τους ζωδιακό. Χρησιμοποιούσαν κι αυτοί το σύστημα της παρατήρησης των αστέρων στον έναστρο ουρανό, όμως ο ζωδιακός τους κύκλος δεν ήταν όμοιος με αυτόν των Χαλδαίων.
Από όσα βρίσκει κανείς στις ιστορικές πηγές φαίνεται ότι ο ζωδιακός κύκλος των αρχαίων ελλήνων περιείχε δεκατρία ζώδια. Ίσως να είχε να κάνει με το γεγονός ότι χρησιμοποιούσαν το σεληνιακό έτος που απαρτίζεται από δεκατρία φεγγάρια. Ίσως να υπήρχε κάποιος άλλος λόγος που χρησιμοποιούνταν ένας ζωδιακός με δεκατρία ζώδια. Το σίγουρο είναι πάντως ότι μεταξύ των δεκατριών αυτών ζωδίων υπήρχε κι ένα ζώδιο που πριν λίγα χρόνια είχε φέρει αρκετή αναστάτωση στο χώρο των Αστρολόγων, το ζώδιο του Οφιούχου.
Οι ονομασίες των ζωδίων στην αρχαία Ελλάδα είχαν και ομοιότητες και διαφορές με τις ονομασίες των αρχαίων Χαλδαίων.
Για ποιο λόγο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν διαφορετικές ονομασίες; Κυρίως όμως γιατί τα ζώδια τους είχαν τον αριθμό δεκατρία; Πολλές ερμηνείες έχουν δοθεί για την «παραφωνία» αυτή του αρχαίου ζωδιακού σε σχέση με τη σημερινή μορφή του και κάποιες από αυτές τις ερμηνείες δείχνουν να έχουν και ένα πολύ ενδιαφέρον νόημα. Οι αρχαίοι Έλληνες ας μην ξεχνάμε είχαν την τάση να βλέπουν την ύπαρξη συνείδησης μέσα στη φύση. Προερχόμενοι ίσως από ένα αρχαίο ανιμισμό, ανάλογο με αυτόν των Ινδιάνων της Αμερικής των αρχαίων Κελτών ή ακόμη και κάποιων πρωτόγονων φυλών του σήμερα, έβλεπαν την ύπαρξη θεών και ανώτερων γενικά πνευμάτων στη βλάστηση, στο κύλισμα του ποταμού, στις αλλαγές του καιρού και γενικά στις δυνάμεις της φύσης.
Αυτός ο ανθρωπομορφισμός τους ήταν επόμενο ότι θα τους έκανε να δώσουν ανθρώπινο περιεχόμενο και στους ζωδιακούς τους αστερισμούς. Για το λόγο αυτό είχαν αντιστοιχίσει στους ζωδιακούς τους αστερισμούς τα ονόματα των θεών του Ολύμπου.
Κι ο Οφιούχος; Ποια ήταν η θέση του μεταξύ των άλλων δώδεκα αστερισμών; Και γιατί στην πορεία του χρόνου απαλείφθηκε από το ζωδιακό κύκλο;
Η αλήθεια είναι ότι το σχήμα του ζωδιακού κύκλου ήταν πάντα συνδεδεμένο στο μυαλό μας με το συμμετρικό σχήμα του αριθμού δώδεκα. Δώδεκα οι μήνες του χρόνου (του ηλιακού έτους κι όχι του σεληνιακού, ας μην το ξεχνάμε κι ας μην το θεωρούμε αυτονόητο), δώδεκα οι θεοί του Ολύμπου, δώδεκα οι απόστολοι του Χριστού και δώδεκα, αν θέλετε, κι οι ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης για να δανειστούμε κι έναν από τους βασικούς μύθους της μεσαιωνικής Ευρώπης. Ο αριθμός δώδεκα είναι ζυγός και συμμετρικός, μας εμπνέει ασφάλεια και μας βοηθάει στην εύρεση ερμηνευτικών σχημάτων. Διαιρείται διά του τρία και μας δίνει τις τέσσερις ποιότητες. Διαιρείται διά του τέσσερα και μας δίνει τα τέσσερα στοιχεία. Διαιρείται διά του δύο και μας δίνει αρσενικά και θηλυκά ζώδια. Εάν εισάγουμε όμως στο ζωδιακό και τον Οφιούχο, τα πράγματα αλλάζουν.
Η συμμετρία δεν είναι πλέον δυνατή, ο συμβολισμός και το περιεχόμενο του χάνεται και είναι αρκετά δύσκολη η χρήση του ζωδιακού κύκλου ως εργαλείου ανάλυσης της ζωής.
Ήταν λοιπόν συνειδητή η απαλειφή του Οφιούχου από το ζωδιακό κύκλο; Για ποιο λόγο ο Κλαύδιος Πτολεμαίος που γνώριζε την ύπαρξη του δεν τον συμπεριέλαβε στους δώδεκα ζωδιακούς αστερισμούς; Μήπως η επιλογή ήταν συνειδητή προκειμένου να δοθεί έμφαση σε μία άλλη πλευρά της αστρολογίας, την πλευρά του συμβολισμού; Κανείς δεν ξέρει με σιγουριά. Αξίζει όμως να προσέξει κανείς ένα δύο σημεία.
Το πρώτο ότι ενώ τα ζώδια σε γενικές γραμμές επηρέαζαν τους γνωστούς και σε μας σήμερα τομείς της ζωής (Κριός=ζωή, Ταύρος=πλούτος, Δίδυμοι=αδέλφια, κλπ) στον Οφιούχο αποδιδόταν επίδραση στο μυστικισμό, ο οποίος ερχόταν – σημειωτέον – μετά το Σκορπιό, δηλαδή μετά το ζώδιο του θανάτου.
Και το δεύτερο ότι κυβερνήτης του Οφιούχου ήταν ο μόνος θεός που δεν ανήκε στους δώδεκα θεούς του Ολύμπου, ο Διόνυσος. Ο θεός που ήρθε να περιγελάσει το «καθεστώς» των ολυμπίων στην αρχαία Ελλάδα, που θεωρούνταν από τους αρχαίους θεός «επικίνδυνος» γιατί μοίραζε γνώση σε ανθρώπους μη μυημένους και γιατί κουβαλούσε πίσω του μνήμες από εποχές προ-πατριαρχικές αλλά και προ-ορθολογικές.
Ήταν ένας θεός - κληρονομιά από κοινωνίες μητριαρχικές, με θυσίες ανθρώπινες, όπου ο αρχαίος αρσενικός βασιλιάς οριζόταν αρχηγός του βασιλείου για ένα χρόνο, και κυβερνούσε ως απόλυτος άρχων, έπρεπε όμως να θυσιαστεί στο τέλος του έτους στη θεά Γη, τη μεγάλη Μητέρα και να επιστρέψει πίσω σε αυτήν.
Κοινωνίες που κυβερνούνταν από αρχαίες ιέρειες, που εν μέσω έκστασης προφήτευαν τα του μέλλοντος χορεύοντας σα μαινάδες έχοντας μαζί τους παρέα φαλλικούς θεούς που ονόμαζαν σάτυρους και με τους οποίους επιδίδονταν σε εκστασιακές τελετές και σεξουαλικά όργια που σκοπό είχαν να τιμήσουν ένα από τα αρχαιότερα μυστήρια που υπήρχαν στον κόσμο, το μυστήριο της ζωής.
Αυτή την κληρονομιά οι πατριαρχικές κοινωνίες των αρχαίων Ελλήνων θα ήθελαν για πάντα να ξεχάσουν. Να αφήσουν στην άκρη, προκειμένου να αποφύγουν την ανατροπή, το απροσδόκητο, το συναίσθημα, τα πάθη και ό,τι δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν με τη λογική. Σαν άλλος Ιούδας ο Διόνυσος εμφανιζόταν ως ο δέκατος τρίτος θεός, ο δέκατος τρίτος μαθητής, αυτός που προδίδει το Λόγο, αλλά κι αυτός που κρατάει το μυστικό για μία πιο βαθιά γνώση, πιο υπερβατική και λιγότερο ορθολογική.
Δεν ήταν τυχαία λοιπόν η αποσιώπηση του Οφιούχου. Κρατήθηκε μάλλον μακριά από μία εποχή που δεν ήταν έτοιμη να τον κατανοήσει. Μια εποχή που ήθελε ο χρόνος να καθορίζεται από το φως ( τον Ήλιο ) κι όχι τη νύχτα ( τη Σελήνη ) και γιʼ αυτό αποφάσισε ότι το ημερολόγιο της θα καθορίζεται από την πορεία του Ήλιου στους αστερισμούς κι όχι από την πορεία της Σελήνης.
Δεν είναι τυχαία η αλλαγή πορείας που παρουσιάζεται στην πορεία της ιστορίας. Κι οι συμβολισμοί που περιέχονται σε τέτοιες αλλαγές δεν είναι επίσης τυχαίοι. Ο ανθρώπινος νους περιέχει μέσα του περισσότερα πράγματα από την απλή παρατήρηση. Κι ειδικά οι αρχαίοι Έλληνες που όπως είπαμε έβλεπαν την ύπαρξη συνείδησης σε όλη τη φύση, είχαν από νωρίς μετατρέψει τα πράγματα του κόσμου σε έννοιες, και σύμβολα που έφερναν τη συνείδηση τους πολύ πιο μπροστά από το να κάνουν απλή παρατήρηση.
Έτσι, ενώ για τους άλλους λαούς οι αστερισμοί ήταν απλά σημάδια στον ουρανό, που χρησιμοποιούνταν σαν φόντο για την καταγραφή της κίνησης των πλανητών, για τους αρχαίους Έλληνες οι ζωδιακοί αστερισμοί είχαν συμβολική σημασία. Και πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι άλλωστε, αφού κι οι ίδιοι πίστευαν ότι οι ήρωες τους και οι ημίθεοι - όπως ο Ηρακλής, που έκαναν ανδραγαθήματα πάνω στη Γη - ανέβαιναν μαζί με τους θεούς τους στον Όλυμπο και έπαιρναν τη θέση τους στο στερέωμα ως νέοι αστερισμοί.
Στα πλαίσια της συμβολικής σημασίας των αστερισμών οι Έλληνες ήταν οι πρώτοι που αναφέρθηκαν στη λέξη ζώδιο. Ήταν όμως και οι πρώτοι που θέλησαν να προχωρήσουν πέρα από τους ίδιους τους αστερισμούς και να βρουν συμβολικές και μαθηματικές σχέσεις και ερμηνείες. Σα λαός ήθελαν να βρίσκουν πάντα σχέσεις πίσω από τα πράγματα και να τα εξηγούν με τη λογική. Γιʼ αυτό και ανέπτυξαν πρώτοι τη γεωμετρία, ασχολήθηκαν με τα μαθηματικά και έδωσαν έμφαση στη συμβολική ερμηνεία των αριθμών.
Στα πλαίσια αυτά προσπάθησαν να αναλύσουν και το ζωδιακό κύκλο. Προσπάθησαν να βρουν ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των ζωδίων, τις σχέσεις που διέπουν τη λειτουργία τους αλλά και το συμβολικό νόημα που θα μπορούσαν να τους αποδώσουν. Μέσα σʼ αυτά τα πλαίσια διαίρεσαν μεταξύ άλλων το ζωδιακό στις ομάδες των τεσσάρων στοιχείων, της φωτιάς, του νερού, του αέρα και της γης. Κι έδωσαν συμβολικές ιδιότητες σε αστρολογικά στοιχεία που θα δούμε αργότερα στη μελέτη μας, όπως οι αστρολογικές όψεις.
Πώς έφτασαν όμως οι αρχαίοι Έλληνες να επιλέξουν με ποιο τρόπο θα διαιρέσουν και θα ταξινομήσουν το ζωδιακό ή πώς θα αποδώσουν συγκεκριμένες σημασίες στις αστρολογικές όψεις;
Μεγάλη επίδραση στις συμβολικές αυτές σημασίες είχε η αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων για τη συμβολική σημασία των αριθμών. Επηρεασμένοι βαθιά από τους πυθαγόρειους οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν για παράδειγμα στη συμμετρική ομορφιά του αριθμού τρία αλλά και στην ένταση και την αντίθεση που αποπνέει ο αριθμός δύο. Ασχολούμενοι με τους αριθμούς σε τόσο συμβολικό επίπεδο, οι αρχαίοι Έλληνες ήταν ίσως οι πρώτοι που έφτασαν να δώσουν φιλοσοφική διάσταση στο νόημα του ζωδιακού κύκλου.
Οι αστερισμοί δεν ήταν πλέον τυχαίες ομάδες αστέρων, ατάκτως ειρημμένες στον έναστρο ουρανό, αλλά μέρος μίας ουράνιας μουσικής αρμονίας. Ο ζωδιακός δεν ήταν τυχαίος αλλά είχε τοποθετηθεί εκεί από τον ίδιο το Νου, που κυβερνούσε πάνω από όλα την ίδια την Πλάση. Τα ζώδια συνδέθηκαν με έννοιες και σύμβολα παρμένα από άλλες περιοχές της ανθρώπινης εμπειρίας και αντάλλαξαν ιδιότητες και συμπεριφορές εμπλουτίζοντας το συμβολικό τους χαρακτήρα.
Κάθε ζώδιο για παράδειγμα πήρε ιδιότητες από το Θεό που το κυβερνούσε. Ο Κριός από την πολεμική Αθηνά, ο Ταύρος από τη λάγνα Αφροδίτη κι οι Δίδυμοι από τον ορθολογιστή Απόλλωνα. Πήρε όμως κι ιδιότητες από το ίδιο το σύμβολο του. Ο Κριός έβαζε το κεφάλι κάτω όπως ένα θυμωμένο κριάρι και επιτίθονταν, ο Ταύρος ήταν αργός αλλά και γεμάτος πάθη, ενώ οι Δίδυμοι είχαν διπλή φύση όπως κι οι Διόσκουροι. Οι ζωδιακοί αστερισμοί έπαψαν να είναι απλά σημεία στον ουρανό – μέρη σε ένα τεράστιο κοσμικό ρολόι - και έγιναν ζωντανά σύμβολα, με υψηλό περιεχόμενο και σημασία, φιλοσοφικές έννοιες που σήμαιναν πολύ περισσότερα πράγματα από ό,τι ένας απλός ουράνιος αστερισμός.
Αξιοποιώντας το φιλοσοφικό υπόβαθρο των τεσσάρων στοιχείων, οι Έλληνες απέδωσαν για πρώτη φορά τις ιδιότητες των στοιχείων στα ζώδια, δίνοντας π.χ. στον Κριό, το Λέοντα και τον Τοξότη της ιδιότητες της παρόρμησης, της διαίσθησης και της δράσης. Εμπλούτισαν έτσι ακόμη περισσότερο το οπλοστάσιο ιδιοτήτων που έχτιζαν σιγά σιγά γύρω από τα σύμβολα των αστερισμών του ζωδιακού. Κι έδωσαν επίσης και τη συλλογιστική βάση που χρησιμοποιεί έως και σήμερα ο αρχάριος σπουδαστής για να καταλάβει πώς η ιδιότητα του στοιχείου μαζί με την ποιότητα ( ή αλλιώς η σύνθεση του αριθμού τρία με τον αριθμό τέσσερα ) δίνει την δωδεκάδα των παραλλαγών της δημιουργικής έκφρασης της ζωής που σήμερα ονομάζουμε ζωδιακό κύκλο.
Από τη στιγμή που ο ζωδιακός έπαψε να είναι απλά ένα σημάδι στον ουρανό και έγινε ένα σύμβολο, μία άλλη διαδικασία ξεκίνησε να εμφανίζεται προοδευτικά. Ο ζωδιακός άρχισε να γίνεται ένα φιλοσοφικό κατασκεύασμα αλλά και ένα νοητικό εργαλείο, μία μεθοδολογική προσέγγιση ερμηνείας του κόσμου. Όπως οι δώδεκα Θεοί ήταν μισοί άνδρες και μισοί γυναίκες, έτσι και τα ζώδια ήταν μισά αρσενικά και μισά θηλυκά.
Ζεύγη θεών βρέθηκαν να αντιστοιχούν σε αντίθετα ζώδια. Ο Άρης συνδεόταν με το Σκορπιό κι η Αφροδίτη με τον Ταύρο. Ο Δίας με το Λέοντα και η Ήρα με τον Υδροχόο. Συμμετρίες άρχισαν να αναζητούνται παντού κι αντιστοιχίες του ζωδιακού με σύμβολα της πίστης, αλλά και κύκλους της ζωής, της Φύσης και του Έτους.
Σημαντική βοήθεια σε αυτή την κατεύθυνση έδωσε και η καθιέρωση του Ηλιακού Ημερολογίου από τους Ρωμαίους. Οι αρχαίοι Έλληνες όπως και οι Χαλδαίοι είχαν όπως είπαμε Σεληνιακό Ημερολόγιο. Οι Αρχαίοι Αιγύπτιοι ήταν οι πρώτοι που δημιούργησαν το ηλιακό έτος αλλά και οι αρχαίοι Κέλτες δείχνει να είχαν ενδιαφέρον για τη μελέτη της κίνησης του Ήλιου, όπως δείχνουν μνημεία της εποχής του Στόουνχεντζ.
Με την καθιέρωση του Ηλιακού Ημερολογίου από τους Ρωμαίους άλλο ένα κοσμικό φαινόμενο – αυτό της εναλλαγής των εποχών - συνδέθηκε με το συμβολικό και τρόπον τινά μαγικό πλέον αριθμό δώδεκα. Γιατί τι είναι αλήθεια η μαγεία περισσότερο από τη δυνατότητα να δημιουργεί κανείς ιδέες που αντέχουν στο χρόνο έχοντας τη δική τους ζωή και επηρεάζοντας τη σκέψη και τη συμπεριφορά χιλιάδων ανθρώπων.
Στα πλαίσα αυτής της εξέλιξης οι δώδεκα μήνες του έτους άρχισαν να γίνονται ορατοί από τους ανθρώπους με ένα διαφορετικό μάτι. Ο ζωδιακός δεν ήταν μόνο ένα σύμβολο για τον κόσμο αλλά κυρίως ένα σύμβολο για τη ροή του κόσμου. Ήταν ένα σύμβολο εξελικτικό, που έδειχνε ότι στη ζωή τα πάντα αλλάζουν, εξελίσσονται και επανέρχονται κυκλικά.
Η ζωή προχωρούσε μπροστά μέσα από κυκλικές επαναλήψεις, τις φάσεις των οποίων μπορούσε να παρακολουθήσει κανείς, αν εμβάθυνε στο μυστήριο του ζωδιακού κύκλου.
Εκτός από το ημερολόγιο όμως οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποίησαν το ζωδιακό κύκλο για να προσεγγίσουν και άλλους τομείς της ζωής. Στην ιατρική οι ο Ιπποκράτης χρησιμοποιούσε την Αστρολογία ως μέσο διάγνωσης αλλά και επιλογής των απαραίτητων θεραπευτικών μέσων. Ακόμη και σήμερα στα βιβλία της Αστρολογίας βλέπει κανείς αντιστοιχίες των ζωδίων στο ανθρώπινο σώμα.
Εκτός από την αντιστοιχία του ανθρώπινου σώματος ο Ιπποκράτης διαίρεσε τους ανθρώπους σε τέσσερις βασικούς ψυχολογικούς – αλλά και από πλευράς φυσιολογίας – τύπους, στους οποίους κατά την άποψη του επικρατεί κάθε φορά ένας από τους τέσσερις βασικούς χυμούς του ανθρώπινου σώματος. Έτσι έχουμε:
Τα σημεία του ζωδιακού συνδέθηκαν με διάφορα βότανα και θεραπείες, έργο που μετά τους αρχαίους Έλληνες συνέχισαν άραβες γιατροί και αστρολόγοι για να το παραλάβουν τελικά οι γιατροί – αλχημιστές του Μεσαίωνα όπως ο Παράκελσος. Αποτέλεσμα των εργασιών τους όλων αυτών ήταν η επιλογή θεραπευτικών μέσων για τις αρρώστιες βάσει αστρολογικών παραγόντων.
Το βασικό γεγονός όμως που πηγάζει από όλα αυτά ήταν η αναγωγή του ζωδιακού σε μία φιλοσοφική έννοια, την έννοια του κύκλου, φιλοσοφική έννοια που με τη σειρά της επηρέασε κατόπιν και τις διάφορες πρακτικές επίλυσης καθημερινών προβλημάτων των ανθρώπων. Είναι να θαυμάζει κανείς την ανάπτυξη αυτής της φιλοσοφικής προσέγγισης και να απορεί πόσο κοντά έφτασαν αλήθεια οι αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι σε αυτά που υποστηρίζει πλέον τα τελευταία χρόνια ο κλάδος της Αστρολογίας που μάθαμε να ονομάζουμε Ψυχολογική Αστρολογία.
Σημείωση: Τα αποσπάσματα είναι από προδημοσίευση του βιβλίου στο Myhoroscope. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση χωρίς την άδεια του συγγραφέα.
Τι είναι ο ζωδιακός κύκλος; Φαντάζει απλοϊκό σαν ερώτημα, αποτελεί όμως ένα πολύ σημαντικό ζήτημα για τους Αστρολόγους και είναι ένα από τα πιο κομβικά σημεία αντιπαράθεσης της Αστρολογίας με τη σύγχρονη επιστήμη. Κατανοώντας τη φύση του ζωδιακού κύκλου, έχει κανείς τη δυνατότητα να κατανοήσει και τη φύση της ίδιας της Αστρολογίας και γιʼ αυτό τελικά καταλήγει να είναι και τόσο σημαντικό το ερώτημα.
Απόψεις για τη φύση του ζωδιακού κύκλου έχουν κατά καιρούς διατυπωθεί αρκετές. Οι περισσότεροι από μας ίσως δε γνωρίζουν ότι ο ζωδιακός δεν είχε πάντα δώδεκα ζώδια. Ξεκίνησε σαν ένα σύνολο αστερισμών που παρακολουθούσαν οι Χαλδαίοι ιερείς στην αρχαία Μεσοποταμία. Βιβλιογραφικές αναφορές αναφέρουν ότι οι αστερισμοί που παρακολουθούσαν τότε οι ιερείς ανέρχονταν σε τριάντα έξι κι ότι χρειάστηκε να περάσουν εκατοντάδες χρόνια για να περιοριστούν τελικά στους δώδεκα.
Ωστόσο η συγγένεια του τότε ζωδιακού με το σημερινό παραμένει ορατή στα αρχαιολογικά ευρήματα της περιοχής. Ευρήματα που δείχνουν παραστάσεις του Σκορπιού, του Τοξότη και του Καρκίνου και που τα σύμβολα τους παραμένουν ίδια και απαράλλαχτα από τότε.
Πολύ αργότερα οι αρχαίοι Αιγύπτιοι προσέθεσαν τα ονόματα του Κριού, του Υδροχόου και των Ιχθύων, ενώ η τελική μορφή του ζωδιακού έμελλε ακόμα να καθυστερήσει. Κι αυτό γιατί ο ζωδιακός δεν είχε τη σημερινή συνεκτική μορφή που του δίνει ο συμβολισμός του αριθμού δώδεκα.
Ήταν ένα συνοθύλευμα αστερισμών που χρησιμοποιούνταν απλά ως σημάδια στον ουρανό, για να παρακολουθείται κατά βάση η κίνηση των πλανητών. Οι πλανήτες ήταν αυτοί που θεωρούνταν ότι έφερναν τα γεγονότα και οι αστερισμοί ήταν απλά τα σημάδια στον ουρανό που μπορούσε κανείς να βάλει για να παρακολουθήσει την κίνηση των πλανητών.
Πώς προέκυψε όμως η ανάγκη να παρακολουθείται η κίνηση αυτή των πλανητών; Και πώς προέκυψε έμμεσα η ζώνη του ζωδιακού; Από τη μελέτη της ιστορικής βιβλιογραφίας αντλεί κανείς το συμπέρασμα ότι ήταν η ανάγκη της πρόβλεψης που έκανε τους ανθρώπους να στραφούν στο να παρατηρήσουν τα άστρα.
Ήταν η αναγκαιότητα του να μετρήσουν τις εποχές και να προετοιμαστούν για την έλευση καιρικών φαινονμένων - όπως οι ανοιξιάτικες πλημμύρες των ποταμών – που έκανε τους ανθρώπους να στραφούν στα άστρα και να παρατηρήσουν τη θέση τους στον ουρανό προκειμένου να βρουν κάποιας μορφής κοσμικό ρολόι, που να τους βοηθήσει στο έργο τους.
Αυτή ήταν κι η πρώτη χρησιμότητα του ζωδιακού κύκλου την εποχή της πρώτης εμφάνισης της αστρολογίας, η χρήση του ως ένα παγκόσμιο κοσμικό ρολόι. Και γιατί διάλεξαν αυτό το ζωδιακό κύκλο οι παρατηρητές της εποχής για να καταγράψουν τις εποχές του χρόνου;
Το διάλεξαν γιατί μετά από παρατηρήσεις ετών, συνειδητοποίησαν ότι ο έναστρος ουρανός δεν έμενε ίδιος στην διάρκεια του έτους αλλά ότι κάποιοι αστέρες εμφανίζονταν και εξαφανίζονταν κατά τη διάρκεια της έλευσης των εποχών. Αυτοί οι αστέρες λοιπόν που εμφανίζονταν και εξαφανίζονταν από τον ουρανό ανάλογα με την εποχή του χρόνου, θα ήταν κι αυτοί που θα δημιουργούσαν το ζωδιακό κύκλο.
Κι ενώ στην αρχή φαινόταν δύσκολο να επιλέξει κανείς κάποια από τα αστέρια αυτά για να θυμάται την κίνηση τους κατά τη διάρκεια του έτους, φαινόταν αρκετά πιο εύκολο να τα απομνημονεύσει, αν τα ομαδοποιούσε σε ομάδες που θα είχαν κάποιο συγκεκριμένο σχήμα που θα το αναγνώριζε εύκολα το ανθρώπινο μάτι. Έτσι με την πάροδο του χρόνου άρχισαν να βαφτίζονται οι ομάδες των αστερισμών και να χρησιμοποιούνται ως σημάδια στον ουρανό για την κίνηση των πλανητών.
Στην αρχή οι αστερισμοί που χρησιμοποιούνταν στον ουρανό ήταν υπερ-αρκετοί. Αναφορές από ιστορικές πηγές μιλούν για τριανταέξι τουλάχιστον αστερισμούς που ήταν χρήση από τους αρχαίους ιερείς της Βαβυλώντας. Προοδευτικά όμως και μέχρι την εποχή του Χαμμουραμπί φαίνεται ότι οι αστερισμοί αυτοί έγιναν λιγότεροι - προκειμένου ίσως να απλοποιηθεί το σύστημα – κι έτσι φτάσαμε λίγο πριν την εποχή των αρχαίων Ελλήνων να χρησιμοποιούνται τα δώδεκα ζώδια.
Οι Έλληνες κι ο Ζωδιακός Κύκλος
Τα ζώδια αυτά γνώρισαν κι οι αρχαίοι Έλληνες με τη σειρά τους κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής εποχής. Όχι ότι δε χρησιμοποιούσαν όμως ενωρίτερα το δικό τους ζωδιακό. Χρησιμοποιούσαν κι αυτοί το σύστημα της παρατήρησης των αστέρων στον έναστρο ουρανό, όμως ο ζωδιακός τους κύκλος δεν ήταν όμοιος με αυτόν των Χαλδαίων.
Από όσα βρίσκει κανείς στις ιστορικές πηγές φαίνεται ότι ο ζωδιακός κύκλος των αρχαίων ελλήνων περιείχε δεκατρία ζώδια. Ίσως να είχε να κάνει με το γεγονός ότι χρησιμοποιούσαν το σεληνιακό έτος που απαρτίζεται από δεκατρία φεγγάρια. Ίσως να υπήρχε κάποιος άλλος λόγος που χρησιμοποιούνταν ένας ζωδιακός με δεκατρία ζώδια. Το σίγουρο είναι πάντως ότι μεταξύ των δεκατριών αυτών ζωδίων υπήρχε κι ένα ζώδιο που πριν λίγα χρόνια είχε φέρει αρκετή αναστάτωση στο χώρο των Αστρολόγων, το ζώδιο του Οφιούχου.
Οι ονομασίες των ζωδίων στην αρχαία Ελλάδα είχαν και ομοιότητες και διαφορές με τις ονομασίες των αρχαίων Χαλδαίων.
- Κριός ή Άρνειος λεγόταν το ζώδιο του Κριού
- Σιδώνιος Ταύρος το ζώδιο του Ταύρου
- Διόσκουροι (οι Δίδυμοι)
- Καρκίνος
- Λέων ή Βασιλίσκος
- Δίκη (η Παρθένος)
- Χήλαι Σκορπιού (ο Ζυγός, που ονομαζόταν χήλαι Σκορπιού γιατί ήταν «στα πόδια» του Σκορπιού, δηλαδή λίγο πριν από αυτόν)
- Σκορπιός
- Οφιούχος
- Κένταυρος ή Κρότων
- Παν (ο Αιγόκερως)
- Γανυμήδης (ο Υδροχόος)
- Ιχθύες
Για ποιο λόγο οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούσαν διαφορετικές ονομασίες; Κυρίως όμως γιατί τα ζώδια τους είχαν τον αριθμό δεκατρία; Πολλές ερμηνείες έχουν δοθεί για την «παραφωνία» αυτή του αρχαίου ζωδιακού σε σχέση με τη σημερινή μορφή του και κάποιες από αυτές τις ερμηνείες δείχνουν να έχουν και ένα πολύ ενδιαφέρον νόημα. Οι αρχαίοι Έλληνες ας μην ξεχνάμε είχαν την τάση να βλέπουν την ύπαρξη συνείδησης μέσα στη φύση. Προερχόμενοι ίσως από ένα αρχαίο ανιμισμό, ανάλογο με αυτόν των Ινδιάνων της Αμερικής των αρχαίων Κελτών ή ακόμη και κάποιων πρωτόγονων φυλών του σήμερα, έβλεπαν την ύπαρξη θεών και ανώτερων γενικά πνευμάτων στη βλάστηση, στο κύλισμα του ποταμού, στις αλλαγές του καιρού και γενικά στις δυνάμεις της φύσης.
Αυτός ο ανθρωπομορφισμός τους ήταν επόμενο ότι θα τους έκανε να δώσουν ανθρώπινο περιεχόμενο και στους ζωδιακούς τους αστερισμούς. Για το λόγο αυτό είχαν αντιστοιχίσει στους ζωδιακούς τους αστερισμούς τα ονόματα των θεών του Ολύμπου.
- Στον Κριό αντιστοιχούσαν τη συμβολική μορφή της θεάς Αθηνάς
- Στον Ταύρο έδιναν κυριαρχία στη θεά Αφροδίτη
- Στους Διδύμους ή Διοσκούρους αντιστοιχούσαν το θεό Απόλλωνα, το θεό της λογικής, του λόγου και του νοητικού φωτός.
- Στον Καρκίνο αντιστοιχούσαν το θεό Ερμή, που την εποχή εκείνη πέραν από προστάτης του εμπορίου, θεωρούνταν και προστάτης των νυμφών, των πλασμάτων του δάσους αλλά και ψυχοπομπός.
- Στο Λέοντα βέβαια έδιναν κυριαρχία στον πληθωρικό Δία
- Στη Δίκη (Παρθένο) στη θεά Δήμητρα, θεά της γεωργίας
- Στις Χήλες Σκορπιού (Ζυγό) αντιστοιχούσαν το θεό Ήφαιστο
- Στο Σκορπιό το θεό Άρη
- Στον Τοξότη τη θεά Άρτεμη
- Στον Αιγόκερω το θεό Πάνα (μισό άνθρωπο, μισό τράγο)
- Στον Γανυμήδη (Υδροχόο) τη θεά Ήρα
- Και στους Ιχθύες το θεό Ποσειδώνα
Κι ο Οφιούχος; Ποια ήταν η θέση του μεταξύ των άλλων δώδεκα αστερισμών; Και γιατί στην πορεία του χρόνου απαλείφθηκε από το ζωδιακό κύκλο;
Η αλήθεια είναι ότι το σχήμα του ζωδιακού κύκλου ήταν πάντα συνδεδεμένο στο μυαλό μας με το συμμετρικό σχήμα του αριθμού δώδεκα. Δώδεκα οι μήνες του χρόνου (του ηλιακού έτους κι όχι του σεληνιακού, ας μην το ξεχνάμε κι ας μην το θεωρούμε αυτονόητο), δώδεκα οι θεοί του Ολύμπου, δώδεκα οι απόστολοι του Χριστού και δώδεκα, αν θέλετε, κι οι ιππότες της Στρογγυλής Τραπέζης για να δανειστούμε κι έναν από τους βασικούς μύθους της μεσαιωνικής Ευρώπης. Ο αριθμός δώδεκα είναι ζυγός και συμμετρικός, μας εμπνέει ασφάλεια και μας βοηθάει στην εύρεση ερμηνευτικών σχημάτων. Διαιρείται διά του τρία και μας δίνει τις τέσσερις ποιότητες. Διαιρείται διά του τέσσερα και μας δίνει τα τέσσερα στοιχεία. Διαιρείται διά του δύο και μας δίνει αρσενικά και θηλυκά ζώδια. Εάν εισάγουμε όμως στο ζωδιακό και τον Οφιούχο, τα πράγματα αλλάζουν.
Η συμμετρία δεν είναι πλέον δυνατή, ο συμβολισμός και το περιεχόμενο του χάνεται και είναι αρκετά δύσκολη η χρήση του ζωδιακού κύκλου ως εργαλείου ανάλυσης της ζωής.
Ήταν λοιπόν συνειδητή η απαλειφή του Οφιούχου από το ζωδιακό κύκλο; Για ποιο λόγο ο Κλαύδιος Πτολεμαίος που γνώριζε την ύπαρξη του δεν τον συμπεριέλαβε στους δώδεκα ζωδιακούς αστερισμούς; Μήπως η επιλογή ήταν συνειδητή προκειμένου να δοθεί έμφαση σε μία άλλη πλευρά της αστρολογίας, την πλευρά του συμβολισμού; Κανείς δεν ξέρει με σιγουριά. Αξίζει όμως να προσέξει κανείς ένα δύο σημεία.
Το πρώτο ότι ενώ τα ζώδια σε γενικές γραμμές επηρέαζαν τους γνωστούς και σε μας σήμερα τομείς της ζωής (Κριός=ζωή, Ταύρος=πλούτος, Δίδυμοι=αδέλφια, κλπ) στον Οφιούχο αποδιδόταν επίδραση στο μυστικισμό, ο οποίος ερχόταν – σημειωτέον – μετά το Σκορπιό, δηλαδή μετά το ζώδιο του θανάτου.
Και το δεύτερο ότι κυβερνήτης του Οφιούχου ήταν ο μόνος θεός που δεν ανήκε στους δώδεκα θεούς του Ολύμπου, ο Διόνυσος. Ο θεός που ήρθε να περιγελάσει το «καθεστώς» των ολυμπίων στην αρχαία Ελλάδα, που θεωρούνταν από τους αρχαίους θεός «επικίνδυνος» γιατί μοίραζε γνώση σε ανθρώπους μη μυημένους και γιατί κουβαλούσε πίσω του μνήμες από εποχές προ-πατριαρχικές αλλά και προ-ορθολογικές.
Ήταν ένας θεός - κληρονομιά από κοινωνίες μητριαρχικές, με θυσίες ανθρώπινες, όπου ο αρχαίος αρσενικός βασιλιάς οριζόταν αρχηγός του βασιλείου για ένα χρόνο, και κυβερνούσε ως απόλυτος άρχων, έπρεπε όμως να θυσιαστεί στο τέλος του έτους στη θεά Γη, τη μεγάλη Μητέρα και να επιστρέψει πίσω σε αυτήν.
Κοινωνίες που κυβερνούνταν από αρχαίες ιέρειες, που εν μέσω έκστασης προφήτευαν τα του μέλλοντος χορεύοντας σα μαινάδες έχοντας μαζί τους παρέα φαλλικούς θεούς που ονόμαζαν σάτυρους και με τους οποίους επιδίδονταν σε εκστασιακές τελετές και σεξουαλικά όργια που σκοπό είχαν να τιμήσουν ένα από τα αρχαιότερα μυστήρια που υπήρχαν στον κόσμο, το μυστήριο της ζωής.
Αυτή την κληρονομιά οι πατριαρχικές κοινωνίες των αρχαίων Ελλήνων θα ήθελαν για πάντα να ξεχάσουν. Να αφήσουν στην άκρη, προκειμένου να αποφύγουν την ανατροπή, το απροσδόκητο, το συναίσθημα, τα πάθη και ό,τι δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν με τη λογική. Σαν άλλος Ιούδας ο Διόνυσος εμφανιζόταν ως ο δέκατος τρίτος θεός, ο δέκατος τρίτος μαθητής, αυτός που προδίδει το Λόγο, αλλά κι αυτός που κρατάει το μυστικό για μία πιο βαθιά γνώση, πιο υπερβατική και λιγότερο ορθολογική.
Δεν ήταν τυχαία λοιπόν η αποσιώπηση του Οφιούχου. Κρατήθηκε μάλλον μακριά από μία εποχή που δεν ήταν έτοιμη να τον κατανοήσει. Μια εποχή που ήθελε ο χρόνος να καθορίζεται από το φως ( τον Ήλιο ) κι όχι τη νύχτα ( τη Σελήνη ) και γιʼ αυτό αποφάσισε ότι το ημερολόγιο της θα καθορίζεται από την πορεία του Ήλιου στους αστερισμούς κι όχι από την πορεία της Σελήνης.
Δεν είναι τυχαία η αλλαγή πορείας που παρουσιάζεται στην πορεία της ιστορίας. Κι οι συμβολισμοί που περιέχονται σε τέτοιες αλλαγές δεν είναι επίσης τυχαίοι. Ο ανθρώπινος νους περιέχει μέσα του περισσότερα πράγματα από την απλή παρατήρηση. Κι ειδικά οι αρχαίοι Έλληνες που όπως είπαμε έβλεπαν την ύπαρξη συνείδησης σε όλη τη φύση, είχαν από νωρίς μετατρέψει τα πράγματα του κόσμου σε έννοιες, και σύμβολα που έφερναν τη συνείδηση τους πολύ πιο μπροστά από το να κάνουν απλή παρατήρηση.
Έτσι, ενώ για τους άλλους λαούς οι αστερισμοί ήταν απλά σημάδια στον ουρανό, που χρησιμοποιούνταν σαν φόντο για την καταγραφή της κίνησης των πλανητών, για τους αρχαίους Έλληνες οι ζωδιακοί αστερισμοί είχαν συμβολική σημασία. Και πώς αλλιώς θα μπορούσε να είναι άλλωστε, αφού κι οι ίδιοι πίστευαν ότι οι ήρωες τους και οι ημίθεοι - όπως ο Ηρακλής, που έκαναν ανδραγαθήματα πάνω στη Γη - ανέβαιναν μαζί με τους θεούς τους στον Όλυμπο και έπαιρναν τη θέση τους στο στερέωμα ως νέοι αστερισμοί.
Στα πλαίσια της συμβολικής σημασίας των αστερισμών οι Έλληνες ήταν οι πρώτοι που αναφέρθηκαν στη λέξη ζώδιο. Ήταν όμως και οι πρώτοι που θέλησαν να προχωρήσουν πέρα από τους ίδιους τους αστερισμούς και να βρουν συμβολικές και μαθηματικές σχέσεις και ερμηνείες. Σα λαός ήθελαν να βρίσκουν πάντα σχέσεις πίσω από τα πράγματα και να τα εξηγούν με τη λογική. Γιʼ αυτό και ανέπτυξαν πρώτοι τη γεωμετρία, ασχολήθηκαν με τα μαθηματικά και έδωσαν έμφαση στη συμβολική ερμηνεία των αριθμών.
Στα πλαίσια αυτά προσπάθησαν να αναλύσουν και το ζωδιακό κύκλο. Προσπάθησαν να βρουν ομοιότητες και διαφορές μεταξύ των ζωδίων, τις σχέσεις που διέπουν τη λειτουργία τους αλλά και το συμβολικό νόημα που θα μπορούσαν να τους αποδώσουν. Μέσα σʼ αυτά τα πλαίσια διαίρεσαν μεταξύ άλλων το ζωδιακό στις ομάδες των τεσσάρων στοιχείων, της φωτιάς, του νερού, του αέρα και της γης. Κι έδωσαν συμβολικές ιδιότητες σε αστρολογικά στοιχεία που θα δούμε αργότερα στη μελέτη μας, όπως οι αστρολογικές όψεις.
Πώς έφτασαν όμως οι αρχαίοι Έλληνες να επιλέξουν με ποιο τρόπο θα διαιρέσουν και θα ταξινομήσουν το ζωδιακό ή πώς θα αποδώσουν συγκεκριμένες σημασίες στις αστρολογικές όψεις;
Μεγάλη επίδραση στις συμβολικές αυτές σημασίες είχε η αντίληψη των αρχαίων Ελλήνων για τη συμβολική σημασία των αριθμών. Επηρεασμένοι βαθιά από τους πυθαγόρειους οι αρχαίοι Έλληνες πίστευαν για παράδειγμα στη συμμετρική ομορφιά του αριθμού τρία αλλά και στην ένταση και την αντίθεση που αποπνέει ο αριθμός δύο. Ασχολούμενοι με τους αριθμούς σε τόσο συμβολικό επίπεδο, οι αρχαίοι Έλληνες ήταν ίσως οι πρώτοι που έφτασαν να δώσουν φιλοσοφική διάσταση στο νόημα του ζωδιακού κύκλου.
Οι αστερισμοί δεν ήταν πλέον τυχαίες ομάδες αστέρων, ατάκτως ειρημμένες στον έναστρο ουρανό, αλλά μέρος μίας ουράνιας μουσικής αρμονίας. Ο ζωδιακός δεν ήταν τυχαίος αλλά είχε τοποθετηθεί εκεί από τον ίδιο το Νου, που κυβερνούσε πάνω από όλα την ίδια την Πλάση. Τα ζώδια συνδέθηκαν με έννοιες και σύμβολα παρμένα από άλλες περιοχές της ανθρώπινης εμπειρίας και αντάλλαξαν ιδιότητες και συμπεριφορές εμπλουτίζοντας το συμβολικό τους χαρακτήρα.
Κάθε ζώδιο για παράδειγμα πήρε ιδιότητες από το Θεό που το κυβερνούσε. Ο Κριός από την πολεμική Αθηνά, ο Ταύρος από τη λάγνα Αφροδίτη κι οι Δίδυμοι από τον ορθολογιστή Απόλλωνα. Πήρε όμως κι ιδιότητες από το ίδιο το σύμβολο του. Ο Κριός έβαζε το κεφάλι κάτω όπως ένα θυμωμένο κριάρι και επιτίθονταν, ο Ταύρος ήταν αργός αλλά και γεμάτος πάθη, ενώ οι Δίδυμοι είχαν διπλή φύση όπως κι οι Διόσκουροι. Οι ζωδιακοί αστερισμοί έπαψαν να είναι απλά σημεία στον ουρανό – μέρη σε ένα τεράστιο κοσμικό ρολόι - και έγιναν ζωντανά σύμβολα, με υψηλό περιεχόμενο και σημασία, φιλοσοφικές έννοιες που σήμαιναν πολύ περισσότερα πράγματα από ό,τι ένας απλός ουράνιος αστερισμός.
Αξιοποιώντας το φιλοσοφικό υπόβαθρο των τεσσάρων στοιχείων, οι Έλληνες απέδωσαν για πρώτη φορά τις ιδιότητες των στοιχείων στα ζώδια, δίνοντας π.χ. στον Κριό, το Λέοντα και τον Τοξότη της ιδιότητες της παρόρμησης, της διαίσθησης και της δράσης. Εμπλούτισαν έτσι ακόμη περισσότερο το οπλοστάσιο ιδιοτήτων που έχτιζαν σιγά σιγά γύρω από τα σύμβολα των αστερισμών του ζωδιακού. Κι έδωσαν επίσης και τη συλλογιστική βάση που χρησιμοποιεί έως και σήμερα ο αρχάριος σπουδαστής για να καταλάβει πώς η ιδιότητα του στοιχείου μαζί με την ποιότητα ( ή αλλιώς η σύνθεση του αριθμού τρία με τον αριθμό τέσσερα ) δίνει την δωδεκάδα των παραλλαγών της δημιουργικής έκφρασης της ζωής που σήμερα ονομάζουμε ζωδιακό κύκλο.
Από τη στιγμή που ο ζωδιακός έπαψε να είναι απλά ένα σημάδι στον ουρανό και έγινε ένα σύμβολο, μία άλλη διαδικασία ξεκίνησε να εμφανίζεται προοδευτικά. Ο ζωδιακός άρχισε να γίνεται ένα φιλοσοφικό κατασκεύασμα αλλά και ένα νοητικό εργαλείο, μία μεθοδολογική προσέγγιση ερμηνείας του κόσμου. Όπως οι δώδεκα Θεοί ήταν μισοί άνδρες και μισοί γυναίκες, έτσι και τα ζώδια ήταν μισά αρσενικά και μισά θηλυκά.
Ζεύγη θεών βρέθηκαν να αντιστοιχούν σε αντίθετα ζώδια. Ο Άρης συνδεόταν με το Σκορπιό κι η Αφροδίτη με τον Ταύρο. Ο Δίας με το Λέοντα και η Ήρα με τον Υδροχόο. Συμμετρίες άρχισαν να αναζητούνται παντού κι αντιστοιχίες του ζωδιακού με σύμβολα της πίστης, αλλά και κύκλους της ζωής, της Φύσης και του Έτους.
Σημαντική βοήθεια σε αυτή την κατεύθυνση έδωσε και η καθιέρωση του Ηλιακού Ημερολογίου από τους Ρωμαίους. Οι αρχαίοι Έλληνες όπως και οι Χαλδαίοι είχαν όπως είπαμε Σεληνιακό Ημερολόγιο. Οι Αρχαίοι Αιγύπτιοι ήταν οι πρώτοι που δημιούργησαν το ηλιακό έτος αλλά και οι αρχαίοι Κέλτες δείχνει να είχαν ενδιαφέρον για τη μελέτη της κίνησης του Ήλιου, όπως δείχνουν μνημεία της εποχής του Στόουνχεντζ.
Με την καθιέρωση του Ηλιακού Ημερολογίου από τους Ρωμαίους άλλο ένα κοσμικό φαινόμενο – αυτό της εναλλαγής των εποχών - συνδέθηκε με το συμβολικό και τρόπον τινά μαγικό πλέον αριθμό δώδεκα. Γιατί τι είναι αλήθεια η μαγεία περισσότερο από τη δυνατότητα να δημιουργεί κανείς ιδέες που αντέχουν στο χρόνο έχοντας τη δική τους ζωή και επηρεάζοντας τη σκέψη και τη συμπεριφορά χιλιάδων ανθρώπων.
Στα πλαίσα αυτής της εξέλιξης οι δώδεκα μήνες του έτους άρχισαν να γίνονται ορατοί από τους ανθρώπους με ένα διαφορετικό μάτι. Ο ζωδιακός δεν ήταν μόνο ένα σύμβολο για τον κόσμο αλλά κυρίως ένα σύμβολο για τη ροή του κόσμου. Ήταν ένα σύμβολο εξελικτικό, που έδειχνε ότι στη ζωή τα πάντα αλλάζουν, εξελίσσονται και επανέρχονται κυκλικά.
Η ζωή προχωρούσε μπροστά μέσα από κυκλικές επαναλήψεις, τις φάσεις των οποίων μπορούσε να παρακολουθήσει κανείς, αν εμβάθυνε στο μυστήριο του ζωδιακού κύκλου.
Εκτός από το ημερολόγιο όμως οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποίησαν το ζωδιακό κύκλο για να προσεγγίσουν και άλλους τομείς της ζωής. Στην ιατρική οι ο Ιπποκράτης χρησιμοποιούσε την Αστρολογία ως μέσο διάγνωσης αλλά και επιλογής των απαραίτητων θεραπευτικών μέσων. Ακόμη και σήμερα στα βιβλία της Αστρολογίας βλέπει κανείς αντιστοιχίες των ζωδίων στο ανθρώπινο σώμα.
- ο Κριός αντιστοιχίζεται στο κεφάλι
- ο Ταύρος στο λαιμό
- οι Δίδυμοι στα χέρια και τους πνεύμονες
- ο Καρκίνος στο στομάχι
- ο Λέων στην καρδιά
- η Παρθένος στα υπόλοιπα όργανα της πέψης
- ο Ζυγός στα νεφρά
- ο Σκορπιός τα γεννητικά όργανα
- ο Τοξότης τους γοφούς και το συκώτι
- ο Αιγόκερως τα γόνατα και τα οστά
- ο Υδροχόος τις κνήμες
- οι Ιχθύες τα πέλματα των ποδιών
Εκτός από την αντιστοιχία του ανθρώπινου σώματος ο Ιπποκράτης διαίρεσε τους ανθρώπους σε τέσσερις βασικούς ψυχολογικούς – αλλά και από πλευράς φυσιολογίας – τύπους, στους οποίους κατά την άποψη του επικρατεί κάθε φορά ένας από τους τέσσερις βασικούς χυμούς του ανθρώπινου σώματος. Έτσι έχουμε:
- το χολερικό άνθρωπο, που επικρατεί η κίτρινη χολή και αντιστοιχεί στο στοιχείο της φωτιάς
- τον αιματώδη, που επικρατεί το αίμα και αντιστοιχεί κατά κάποιο τρόπο στο στοιχείο του αέρα
- τον μελαγχολικό, που επικρατεί η μαύρη χολή ( στην ουσία το αίμα που γυρίζει μαύρο στις φλέβες, καθώς την εποχή εκείνη δεν ήξεραν ότι οι αρτηρίες και οι φλέβες κουβαλάνε και οι δύο αίμα ) και αντιστοιχεί στο στοιχείο του νερού
- το φλεγματώδη, που επικρατεί το φλέγμα και αντιστοιχεί στο στοιχείο της γης
Τα σημεία του ζωδιακού συνδέθηκαν με διάφορα βότανα και θεραπείες, έργο που μετά τους αρχαίους Έλληνες συνέχισαν άραβες γιατροί και αστρολόγοι για να το παραλάβουν τελικά οι γιατροί – αλχημιστές του Μεσαίωνα όπως ο Παράκελσος. Αποτέλεσμα των εργασιών τους όλων αυτών ήταν η επιλογή θεραπευτικών μέσων για τις αρρώστιες βάσει αστρολογικών παραγόντων.
Το βασικό γεγονός όμως που πηγάζει από όλα αυτά ήταν η αναγωγή του ζωδιακού σε μία φιλοσοφική έννοια, την έννοια του κύκλου, φιλοσοφική έννοια που με τη σειρά της επηρέασε κατόπιν και τις διάφορες πρακτικές επίλυσης καθημερινών προβλημάτων των ανθρώπων. Είναι να θαυμάζει κανείς την ανάπτυξη αυτής της φιλοσοφικής προσέγγισης και να απορεί πόσο κοντά έφτασαν αλήθεια οι αρχαίοι έλληνες φιλόσοφοι σε αυτά που υποστηρίζει πλέον τα τελευταία χρόνια ο κλάδος της Αστρολογίας που μάθαμε να ονομάζουμε Ψυχολογική Αστρολογία.
Σημείωση: Τα αποσπάσματα είναι από προδημοσίευση του βιβλίου στο Myhoroscope. Απαγορεύεται η αναδημοσίευση χωρίς την άδεια του συγγραφέα.
Παρόμοια θέματα
» Η αστρολογία της αναζήτησης - Ο ζωδιακός - Μέρος ΙΙ
» H αστρολογία της Αναζήτησης (Εισαγωγή)
» Ψυχολογία και Αστρολογία - Μέρος IV
» Ψυχολογία και Αστρολογία - Μέρος ΙΙΙ
» Ψυχολογία και Αστρολογία - Μέρος ΙΙ
» H αστρολογία της Αναζήτησης (Εισαγωγή)
» Ψυχολογία και Αστρολογία - Μέρος IV
» Ψυχολογία και Αστρολογία - Μέρος ΙΙΙ
» Ψυχολογία και Αστρολογία - Μέρος ΙΙ
Σελίδα 1 από 1
Δικαιώματα σας στην κατηγορία αυτή
Δεν μπορείτε να απαντήσετε στα Θέματα αυτής της Δ.Συζήτησης